Θα θέλετε να του ανακατεύετε τα μαλλιά, και να τον αφήνετε έτσι ξεμαλλιασμενο να ατενίζει σκεπτόμενος, ωσάν να είναι ποιητής του προηγούμενου αιώνα.
Μετά θα θέλετε να του λέτε κάτι πολύ βαθυστόχαστο, το οποίο δεν θα καταλαβαίνει, αλλά θα κάνει πως το καταλαβαίνει, και θα σφίγγει τα μάτια του σαν να σκέφτεται, ενώ ταυτόχρονα θα ξραταει τα χείλη του επιδεικτικά κλειστά, η μισόκλειστα, σαν να είναι έτοιμος να πει κάτι πολύ έξυπνο που όμως πάνω που πήγε να το πει το ξέχασε.
Μετά θα του μαθαίνετε μια εντολή. Θα την υπακούει, και θα κάθεται περήφανος, σαν μόλις να πήρε το τρίτο του διδακτορικό. Θα τον επιβραβευετε με μια λιχουδιά, την οποία θα την μασάει αργά και ευγενικά, ως λόρδος (η γρήγορα και λαίμαργα, ως κουτάβι, δεν είμαστε σίγουροι για αυτό).
Ο Μόργκαν έχει ύφος Μόργκαν. Σας το περιγράψαμε πιο πάνω, καταλάβατε.
Ταυτόχρονα έχει όσα φουντωτά μαλλιά πρέπει, ώστε και να ανεμίζουν ωραία και σωστά, και να μην χρειάζονται ώρες χτένισμα. Είναι κουτάβι. Είναι ωραίος και ταυτόχρονα αστείος. Είναι χαζοβιόλης αλλά ταυτόχρονα σοβαρός.
Είναι αδυναμία μας. Για πολλούς λόγους, μερικούς τους καταλάβατε ήδη, μερικούς άλλους δεν μπορούμε να τους αναλύσουμε.