Είναι γιαγιά, γκεκούλα.

Πολλά χρόνια έχει στην πλάτη της, φαίνεται και από το μουσούδι της το ασπρισμένο, και από το τρίχωμά της το θαμπό και από τα πόδια της τα αδύναμα.

Βγαίνει στο προαύλιο όλο χαρά, και αντί να κάνει την βόλτα της και να μυρίσει και να χαρεί την ελευθερία, αυτή έρχεται κατά πάνω σου για χάδια. Ακουμπάει το κεφάλι της επανω σου, σε κοιτάει στα μάτια, και μπορείς να την χαϊδεύεις ώρες και ώρες.

Κάνει ένα δύο βήματα πιο κει, και μετά έρχεται πάλι σε σένα, με χαρά κουταβιού, προσπαθώντας να καλπάσει με τα γερασμένα της πόδια.

Είναι απίστευτα γλυκιά και τρυφερή. Δεν έχουμε ιδέα τι χωη έχει ζήσει, ξέρει πάντως από ανθρώπινη συντροφιά και από χάδια. Της αρέσει η βόλτα, πάει παντα τουαλέτα στην βόλτα της γιατί είναι πεντακάθαρη, περπατάει ήρεμα χωρίς να τραβάει, και με το που της μιλήσεις κατευθείαν έρχεται σε σένα, γιατί ξέρει πως πάτε βόλτα μαζί, σε έχει στο νου της και είναι δίπλα σου, κυριολεκτικά και μεταφορικά. 

Και όταν την αφήσεις σε ένα περιφραγμένο χώρο και της πετάξεις ένα μπαλάκι, αν το πετάξει ήπια χωρίς απότομες κινήσεις που θα την φοβήσουν, πάει και το πιάνει με το στόμα της ήπια και διστακτικά, λες και και είναι κουτάβι, αλλά λες και δεν ξέρει αν επιτρέπεται να το πιάσει ή όχι. 

Την βγάλουμε Ευτυχία γιατί θέλαμε ένα όνομα που να είναι όμορφο σαν την ψυχή της, και καλότυχο όσο ευχόμαστε να είναι και αυτή, έστω και τώρα, στην δύση της ζωής της.